Σε προηγούμενο άρθρο έχουμε μιλήσει για τρεις μεγάλες διαφορές μεταξύ της κίνησης ενός τυφλού ατόμου με λευκό μπαστούνι και της κίνησής του με σκύλο οδηγό, οι οποίες με μία φράση συνοψίζονταν στα εξής: «ασφάλεια, ταχύτητα, εντοπισμός σημείων».
Σήμερα θα προχωρήσουμε ένα βήμα παρακάτω και θα δούμε ακόμη τρεις ενδιαφέρουσες διαφορές, εστιάζοντας στο ζήτημα της ασφάλειας και, πιο συγκεκριμένα, της αποφυγής των εμποδίων.
- Τρόποι αντίληψης και αποφυγής των εμποδίων.
Μία σημαντική διαφορά ανάμεσα στο λευκό μπαστούνι και το σκύλο οδηγό έχει να κάνει με τον τρόπο που ο τυφλός χειριστής / η τυφλή χειρίστρια αντιλαμβάνεται τα εμπόδια στο δρόμο του.
Με το λευκό μπαστούνι ανιχνεύει κανείς τα εμπόδια. Πρέπει, δηλαδή, το τυφλό άτομο να έρθει σε πολύ κοντινή απόσταση με αυτά, προκειμένου το μπαστούνι να ακουμπήσει ή να συρθεί επάνω τους κι έτσι το άτομο να κινηθεί γύρω απ’ αυτά και να τα αποφύγει.
Από την άλλη, ο σκύλος οδηγός εντοπίζει τα εμπόδια από μεγάλη απόσταση και, όταν πλέον οι δυο τους έχουν φτάσει κοντά, ο σκύλος έχει ήδη φροντίσει να απομακρύνει από το εμπόδιο το τυφλό άτομο που συνοδεύει, ώστε να μην προκύψει κάποιο ατύχημα. Συχνά, μάλιστα, ο/η χειριστής/ρια του σκύλου τυγχάνει να μην πάρει καν είδηση κάποια από τα εμπόδια που συνάντησε στην πορεία του/της.
2. Τύποι εμποδίων που αποφεύγονται.
Έχουμε αναφερθεί ξανά στους τρεις τύπους εμποδίων που υπάρχουν, οι οποίοι, επιγραμματικά, είναι τα εμπόδια εδάφους, τα ψηλά και τα κινούμενα εμπόδια. Η δεύτερη, σημαντική διαφορά του λευκού μπαστουνιού από το σκύλο οδηγό, λοιπόν, έγκειται στους τύπους των εμποδίων που καθένα τους δύναται να εντοπίσει.
Με το λευκό μπαστούνι μπορεί κανείς να ανιχνεύσει μόνο τα εμπόδια εδάφους. Έτσι, τα ψηλά εμπόδια παραμένουν υπαρκτός κίνδυνος, ενώ τα κινούμενα μπορούν ακόμη και να προκαλέσουν ζημιά στο ίδιο το μπαστούνι, αν δεν παράγουν κάποιο ήχο προκειμένου το τυφλό άτομο να τα αντιληφθεί εγκαίρως.
Αντιθέτως, ένας σκύλος οδηγός έχει εκπαιδευτεί στο να εντοπίζει όλους τους τύπους των εμποδίων, υπολογίζοντας το ύψος τους και τις αποστάσεις που πρέπει να κρατάει απ’ αυτά, ώστε να οδηγεί με ασφάλεια το/τη χειριστή/ριά του.
3. Ευθύνη για την αποφυγή των εμποδίων.
Η τρίτη μεγάλη διαφορά λευκού μπαστουνιού και σκύλου οδηγού αφορά στο ποιος έχει την ευθύνη για την αποφυγή των εμποδίων, δηλαδή ποιανού δουλειά είναι η ασφάλεια του τυφλού ατόμου.
Όπως καταλαβαίνεις, στην περίπτωση του λευκού μπαστουνιού έχει το ίδιο το τυφλό άτομο την ευθύνη του εαυτού του και καλείται το ίδιο να αντιληφθεί τα εμπόδια γύρω του με τη βοήθεια των αισθήσεων της ακοής, της αφής, του προσανατολισμού και της ηχοτοποθέτησης.
Στην περίπτωση, ωστόσο, που το άτομο κινείται με σκύλο οδηγό, είναι δουλειά κι ευθύνη του σκύλου, πλέον, να αντιλαμβάνεται τι απ’ όσα υπάρχουν γύρω του θα μπορούσε να αποτελεί εμπόδιο, να το εντοπίζει εγκαίρως και να το προσπερνά, χωρίς να περιμένει απαραίτητα κάποια σχετική οδηγία από το τυφλό άτομο.
Για ακόμη μια φορά, φυσικά, αξίζει να σημειωθεί πως βασικό προαπαιτούμενο για την απόκτηση ενός σκύλου οδηγού είναι το τυφλό άτομο να κατέχει σε άριστο επίπεδο τη δεξιότητα της χρήσης του λευκού μπαστουνιού. Αυτό επιτυγχάνεται με την εκπαίδευση στην κινητικότητα και τον προσανατολισμό με λευκό μπαστούνι, από ειδικούς εκπαιδευτές/ριες. Περισσότερα γι’ αυτό το πολύ σημαντικό κι ενδιαφέρον ζήτημα θα πούμε σε επόμενο post.
Εσύ είχες υπόψιν σου αυτές τις τρεις διαφορές του σκύλου οδηγού από το λευκό μπαστούνι, ή ακούς γι’ αυτές πρώτη φορά;
Αν σου φάνηκε ενδιαφέρον αυτό το άρθρο, θα εκτιμούσα μια κοινοποίηση, ώστε να μάθει περισσότερος κόσμος για τη σημασία των σκύλων οδηγών στην καθημερινότητα των τυφλών.
Μήπως έχεις κάποια ερώτηση σχετικά με την τυφλότητα; Γράψ’ την μου στα σχόλια και θα χαρώ να την απαντήσω σε επόμενο post.
Σε ευχαριστώ που με διαβάζεις!
Χριστίνα Σαρρή,
ομιλήτρια και blogger για θέματα τυφλότητας,
συγγραφέας, τελειόφοιτη ψυχολογίας