Την πρώτη φορά που άκουσα για την 8η Μαρτίου μου παρουσιάστηκε ως «η γιορτή της γυναίκας» και σχεδόν ταυτόχρονα ως «ημέρα γυναικοκρατίας». Ήταν «η μέρα που οι γυναίκες άφηναν τους άντρες τους στο σπίτι να κάνουν δουλειές και να φροντίζουν τα παιδιά κι εκείνες αλώνιζαν ολημερίς ή έβγαιναν το βράδυ γυναικοπαρέες στα μπουζούκια και στα νυχτερινά κέντρα».
Αυτή είναι η πρώτη εικόνα που είχα ποτέ για την 8η Μαρτίου. Λουλούδια, γιορτή, χειροφιλήματα, έξαλλες παρέες μεθυσμένων γυναικών να πετάνε γαρίφαλα, γελώντας και φωνασκώντας ξέφρενα, και άντρες με λουλουδάτες ποδιές να μαγειρεύουν, προσπαθώντας να κρατήσουν ήσυχα τα παιδιά τους και ανυπομονώντας να περάσει η αναθεματισμένη μέρα.
Μεγαλώνοντας και αποκτώντας πρόσβαση στο διαδίκτυο, η μέρα αυτή εμπλουτίστηκε με νέες εικόνες, και πάλι πνιγμένες στο λουλουδικό! Γλυκανάλατα τσιτάτα για το τι είναι η γυναίκα και το αν το τριαντάφυλλο είναι η όχι κατάλληλο μέσο για να την… χτυπά κανείς με αυτό. Απόψεις ανδρών για το ποια είναι «η σωστή γυναίκα», η οποία προφανώς και «είναι ένα λουλούδι (ήμαρτον πια με την ανθοκομία), ένα έργο τέχνης, ένα αριστούργημα» και, φυσικά, ένα εργαλείο εξυπηρέτησης του άνδρα, πράγμα που ποτέ δε λεγόταν ευθέως, αλλά αν ήξερες να διαβάζεις πίσω από τις λέξεις, δεν ήταν δύσκολο να το αντιληφθείς. Εγώ δεν ήξερα και πολύ πιθανόν να έχω αναπαραγάγει στο παρελθόν, μαζί με πλήθος άλλων γυναικών, τέτοιου είδους κολακείες βουτηγμένες στον καλοπροαίρετο σεξισμό, που μιλούν για «τη γυναίκα τη μάνα, την αδερφή, την κόρη, τη φίλη, τη σύντροφο, την κουνιάδα και τη συννυφάδα» και γενικότερα το κάτι ενός άντρα. Αυτή που ομορφαίνει τον κόσμο (του άνδρα), που κρατάει το σπίτι (του άνδρα), που φροντίζει για όλους, καθαρίζει, μαγειρεύει και πλένει τα σώβρακα (του άνδρα) και είναι η δωρεάν ψυχολόγος, παρηγορήτρα και εξυψώστρια του ηθικού (του άνδρα)!
Καθώς περνούσαν τα χρόνια, άκουγα, κι επιβεβαιωνόμουν γι’ αυτό, πως αυτή η… «γιορτή» δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια ημέρα για να ξεπουλάνε τα μαγαζιά. (Η λέξη «καπιταλισμός» μου ήταν και άγνωστη, αλλά και τζις κακά, αφού «αν μιλάς για καπιταλισμό είσαι αναρχοκομούνι», όλοι το ξέρουν αυτό.) Η τελευταία εικόνα που θυμάμαι να έχω ως έφηβη γι’ αυτήν την ημέρα είναι πως πρόκειται για μια βλακεία και μισή, μια κοροϊδία απέναντι στις γυναίκες, που με το πέρας της ημέρας επανέρχονται στη θέση τους, στην κουζίνα και στο μεγάλωμα των παιδιών. (Γιατί, άραγε;) Πως το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν να αγνοώ επιδεικτικά αυτήν τη «γιορτή» που δεν ωφελεί ούτε εμάς τις γυναίκες, αλλά ούτε και τα πορτοφόλια «των καημένων των αντρών». Κι έτσι, αν μη τι άλλο, κατάφερνα να κερδίσω τους επαίνους και την εύνοια των τελευταίων γι’ αυτή μου την «ώριμη» στάση.
Έπρεπε να κατέβω στην Αθήνα για να έρθω σε επαφή με το φεμινισμό και να καταλάβω πως δεν επρόκειτο για «ένα μάτσο τρελογυναίκες που τσιρίζουν για δικαιώματα που ήδη έχουν και φωτογραφίζονται topless, οι βρομιάρες»! Έπρεπε να μπω στο πανεπιστήμιο για να καταλάβω πως όλα αυτά τα τσιτάτα που μου κλωτσούσαν χρόνια, χωρίς να καταλαβαίνω γιατί, ανήκουν σε αυτό που ονομάζεται «πατερναλιστική προκατάληψη» και, με λίγα κι απλά λόγια, δεν είναι παρά ένας ύπουλος και πολύ ευγενικός τρόπος του εξουσιαστή να υποδείξει στον εξουσιαζόμενο ποια είναι η θέση του, κάνοντάς τον να κολακεύεται και να καμαρώνει από πάνω, χωρίς να γκρινιάζει και πολύ και να του ζαλίζει το κεφάλι με τις διεκδικήσεις του για κάτι καλύτερο. Έπρεπε να έρθω στην Αθήνα για να ανακαλύψω πως την 8η Μαρτίου οι γυναίκες δεν πετάνε γαρίφαλα στα μπουζούκια, αλλά ξεχύνονται στους δρόμους, διεκδικώντας τα καθόλου κεκτημένα δικαιώματά τους. Πως όσα χρόνια εγώ μάθαινα να τις θεωρώ γραφικές, εκείνες πάλευαν για τις εαυτές τους και για μένα και για σένα και για όλες μας. Έπρεπε να μπω στο πανεπιστήμιο για να μάθω πως μπορούν και άντρες να είναι φεμινιστές, δίχως αυτό να σημαίνει πως απώτερος σκοπός τους είναι να μας προσεγγίσουν, μπας και καταφέρουν να μας π*δήξουν. Πως οι φεμινίστριες δεν είναι ένα πράγμα, συνήθως εκείνη η ελαφρών ηθών ξαδέρφη, το μαύρο πρόβατο στα οικογενειακά τραπέζια, αλλά πως δεν υπάρχουν προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί κάποια για να θεωρείται φεμινίστρια, εκτός από το να διεκδικεί την ισότητα για όλες μας. Και, προς μεγάλη μου έκπληξη, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συμφοιτητριών μου ήταν φεμινίστριες και μάλιστα το έλεγαν χωρίς να ντρέπονται γι’ αυτό, λες και έλεγαν το χρώμα των μαλλιών τους. Έπρεπε να περάσουν χρόνια έκθεσής μου σε όλα αυτά τα νέα δεδομένα, μέχρι να αρχίσω κι εγώ να δηλώνω φεμινίστρια και να βρω το κουράγιο να κατέβω για πρώτη φορά σε πορεία. Και, τέλος, έπρεπε να έρθω στην Αθήνα, να μπω στο πανεπιστήμιο, να έρθω σε επαφή με φεμινιστικούς κύκλους μέχρι να μάθω, επιτέλους, τι στ’ αλήθεια είναι η 8η Μαρτίου και γιατί το μόνο πράγμα που δεν είναι αυτή η μέρα είναι «η γιορτή της γυναίκας»!
Χριστίνα Σαρρή